Καφάσιος

Καφάσιος
Καφάσιος, ο (Α) [κάφα]
ονομασία μήνα, πιθανώς γιατί κατά την εορτή αυτής τής περιόδου οι δούλοι κρατούσαν κάφας, δηλ. σκάφες.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”